Clawback: “Στα κάγκελα” οι μικροβιολόγοι – «Έρχεται τσουνάμι με λουκέτα σε όλη τη χώρα»
Τα Clawback «ρίχνουν στα κάγκελα» τους ιδιώτες μικροβιολόγους που καταγγέλλουν ότι καθημερινά «μπαίνουν μέσα» πληρώνοντας από την τσέπη τους υπέρογκα ποσά κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου στο υπουργείο Υγείας ότι έρχεται «τσουνάμι» με λουκέτα για τα εργαστήριά τους τον ερχόμενο χειμώνα με άμεσο αντίκτυπο στην Υγεία των πολιτών.
Γράφει η Γεωργία Δερμηντζάκη
Οι μικροβιολόγοι διαμαρτύρονται γιατί παρά το γεγονός ότι το τεράστιο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κλάδος τους με τον πιο άμεσο αντίκτυπο να πιέζει τους συναδέλφους τους στην Περιφέρεια που οδηγούνται απευθείας σε κλείσιμο, είναι γνωστό στην κυβέρνηση, καθώς πρόκειται για μία κατάσταση που έχει συσσωρευθεί από το 2012 και μετά με τον συγκεκριμένο νόμο που εισήχθη λόγω των μνημονίων, εντούτοις δεν αντιμετωπίζει κατά πρόσωπο το πρόβλημα με αποτέλεσμα να εκφράζουν υπόνοιες ότι η κυβέρνηση «κλείνει το μάτι» στα μεγάλα ιδιωτικά εργαστηριακά και νοσηλευτικά κέντρα.
Μετά την πρόσφατη διαμαρτυρία μικροβιολόγων στα εγκαίνια του Περιπτέρου του υπουργείου Υγείας στην 89η ΔΕΘ το GRTimes συνομιλεί με ανθρώπους του κλάδου προκειμένου να φωτίσει το πρόβλημα του Clawback.

Ο πρωθυπουργός συνομιλεί με διαμαρτυρόμενους μικροβιολόγους που βρέθηκαν από τον Βόλο στη Θεσσαλονίκη το Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου, ημέρα εγκαινίων της 89ης ΔΕΘ, στο Περίπτερο του υπουργείου Υγείας προκειμένου να ζητήσουν λύση στο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν από τον υπουργό Υγείας Άδωνι Γεωργιάδη.
Τρεις κυβερνήσεις δεν έλυσαν το πρόβλημα
Με τον όρο Clawback έχει χαρακτηριστεί ένας μηχανισμός αυτόματης επιστροφής χρημάτων από τους παρόχους υγείας (μικροβιολογικά εργαστήρια, διαγνωστικά κέντρα, κλινικές) προς τον Εθνικό Οργανισμό Παροχής Υπηρεσιών (ΕΟΠΥΥ). Το μέτρο αυτό εφαρμόστηκε ως μνημονιακή υποχρέωση το 2015 (με αναδρομική ισχύ από το 2013) από το υπουργείο Υγείας προκειμένου να υπάρχει έλεγχος στην υπέρβαση του ετήσιου προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ. Τι προβλέπει η ρύθμιση αυτή; Όταν οι δαπάνες ξεπεράσουν τον κλειστό προϋπολογισμό του υπουργείου (ορίζεται ετησίως) που αφορά τις διαγνωστικές εξετάσεις, οι πάροχοι υποχρεούνται να επιστρέψουν τη διαφορά. Η διαφορά αυτή της υπέρβασης καταλογίζεται στους παρόχους αναλογικά με την αξία των εξετάσεων που εκτέλεσαν. Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα βγήκε από τα μνημόνια, το clawback συνεχίζει να εφαρμόζεται και μάλιστα παρατάθηκε έως το 2030. Αυτό συνέβη ως μία πολιτική απόφαση για την διατήρηση του status quo και την αποφυγή μεγαλύτερων αλλαγών. Ως προς την ισορροπία που βασίζεται στη συνέχιση εφαρμογής του μέτρου ο μηχανισμός το clawback διασφαλίζει ότι οι δαπάνες για την υγεία παραμένουν εντός των ορίων που έχουν τεθεί, ώστε να μην επιβαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός και να διατηρείται με αυτόν τον τρόπο η δημοσιονομική σταθερότητα.
Ως προς την υπέρβαση του προϋπολογισμού αυτό δεν είναι μόνο θέμα οικονομικής πολιτικής, αλλά και δομικό πρόβλημα του συστήματος υγείας. Η αλόγιστη συνταγογράφηση, η υπερβολική ζήτηση για εξετάσεις και η έλλειψη ελέγχου στις δαπάνες συνεχίζουν να υπάρχουν.
Παράγοντες της Υγείας εκτιμούν ότι η κατάργηση του clawback θα απαιτούσε είτε αύξηση του προϋπολογισμού, κάτι που είναι δύσκολο δημοσιονομικά, είτε ριζική αναδιάρθρωση του συστήματος υγείας.
Στο GRTimes μιλά ο Κωνσταντίνος Ε.Μανωλόπουλος, με την ιδιότητα του προέδρου των Εργαστηριακών Ιατρών Κεντρικής Μακεδονίας , MD, MSc PH, MBA, Βιοπαθολόγος, και υπογραμμίζει ότι το πρόβλημα του Clawback αφορά τη διαδοχή γιατί αγγίζει τρεις κυβερνήσεις, κατά συνέπεια δεν αφορά έναν συγκεκριμένο υπουργό, και ξεκαθαρίζει ότι ως εκ τούτου οι διεκδικήσεις αφορούν ξεκάθαρα ολόκληρο τον κλάδο.
«Όταν ορίστηκε το μέτρο αυτό, έγινε με βάση την υπέρβαση του κλειστού προϋπολογισμού, δηλαδή αν ήταν 400 εκατομμύρια ο προϋπολογισμός για τις διαγνωστικές εξετάσεις, το υπολειπόμενο γινόταν clawback, αν π.χ ήταν 450 εκατομμύρια οι δαπάνες το υπόλοιπο επιβαρύνει τους παρόχους. Δυστυχώς δεν ήταν μόνο 50 εκατομμύρια. Η υπέρβαση αγγίζει σχεδόν το διπλάσιο του προϋπολογισμού, μπορεί να αγγίζει ακόμα και το 700 εκατομμύρια, από τα 400 του προϋπολογισμού, σημειώνει ο πρόεδρος. Η υπέρβαση αυτή εντοπίζεται μάλιστα έντονα σε έναν πολύ μικρό αριθμό ΑΦΜ, δηλαδή από αυτά τα ΑΦΜ γίνεται μεγαλύτερο ποσοστό απομείωσης του κλειστού προϋπολογισμού, όπως επίσης το μεγαλύτερο ποσοστό που προϋπολογισμού δαπανάται για την Αττική».
Όπως εξηγεί ο κ.Μανωλόπουλος «Με τον ευρύ όρο clawback πρακτικά εννοούμε μια σειρά από διαδοχικές απομειώσεις του τζίρου των εργαστηρίων. Αναλυτικά, με την καταχώρηση ενός παραπεμπτικού στον ΕΟΠΥΥ, έχουμε απευθείας μείωση του ποσού υποβολής μεσοσταθμικά περίπου 40% λόγω ασφαλιστικών τιμών. Στην κατάθεση της υποβολής (σ.σ. τιμολόγιο) έχουμε απευθείας την εφαρμογή του Rebate, μια κλιμακωτή έκπτωση (σ.σ. μείωση) επί του τιμολογίου, που μπορεί να φτάσει και στο 50% αναλόγως του τζίρου. Στη συνέχεια εφαρμόζεται ο Μεσοσταθμικός Δείκτης, που προβλέπει ότι για κάθε νομό υπάρχει ανώτερο ποσό αποζημίωσης από τον ΕΟΠΥΥ ανά ΑΜΚΑ ασθενούς ανά μήνα, ανεξαρτήτως ζήτησης και ανάγκης εξετάσεων».
Ειδικότερα, αναφέρει ο κ.Μανωλόπουλος ότι «αυτό αντιστοιχεί από 33 ευρώ στην ακριτική Δράμα έως 50 ευρώ στην Αθήνα. Στο τέλος όλων των προαναφερόμενων μειώσεων εφαρμόζεται οριζόντια το clawback, στο υπόλοιπο ποσό της υποβολής, που λαμβάνει τη μορφή ποσοστού κάθε μήνα. Τέλος όταν γίνεται η μηνιαία καταβολή των υποβολών από τον ΕΟΠΥΥ, αφαιρούνται οι δόσεις (αθροιστικά) του τεχνικού χρέους που έχει καταλογιστεί. Η πρώτη δόση για το 2013-2019, η δεύτερη δόση για το 2020, η τρίτη δόση για το 2021, η τέταρτη δόση για το 2022 και αναμένονται τα έτη που διανύουμε. Κρατήσεις που αθροιστικά αγγίζουν και τις 5.000 ευρώ και τις 10.000 για κάθε εργαστήριο το μήνα».
Ο πρόεδρος της Ένωσης Εργαστηριακών Γιατρών Κ.Μ. σημειώνει ακόμα «ότι με την εφαρμογή του Μεσοσταθμικού Δείκτη, υπάρχουν περί τους 40 νομούς που δεν ξεπερνούν αυτό το ποσό, άρα θεωρητικά δεν θα έπρεπε να έχουν clawback, επειδή όμως υπάρχουν περιοχές όπως τα μεγάλα αστικά κέντρα που το υπερβαίνουν κατά πάρα πολύ, το γεγονός αυτό πιέζει τον προϋπολογισμό”.
Ο κλειστός προϋπολογισμός επιβαρύνθηκε ακόμα περισσότερο, όταν κατά την διακυβέρνηση του Σύριζα εφαρμόστηκε το ΦΕΚ που πρόσθετε 80 πολύ ακριβές και εξειδικευμένες εξετάσεις, που θεωρητικά δεν ανήκουν στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, και εκτόξευσαν το clawback.